Βρέθηκε ξεκρέμαστος στο πουθενά. Του ήρθε ο ουρανός σφοντύλι. Η γή έφυγε κάτω απ’ τα πόδια του. ΄Εμεινε άνεργος. Δεν είναι μόνο η ανέχεια. Είναι κι οι σκέψεις. Toν πνίγουνε συνέχεια. Η αβεβαιότητα. Το σήμερα. Το αύριο. Πώς θα μπορέσει να τα βγάλει πέρα. Από τη μια στιγμή στην άλλη βρέθηκε στον αέρα. Μα πόσο θα κρατήσει αυτό. Αβεβαιότητα. Ανησυχία. Πού να βρίσκεται άραγε η ευτυχία. Η εργασία είναι ευλογία. Κι όμως όταν την έχομε τηνε βαριόμαστε. Αλλά είναι αργός θάνατος η απραξία. ΄Οποιος έχει δική του δουλειά είναι ευτυχισμένος. Απ’ τη δουλειά του ξένου σαν φύγεις, είσαι καταδικασμένος. Πολλοί ζητούν τα δικαιώματά τους. Υπερβάλλουν πολλές φορές. Και χάνουν τη χαρά τους. ΄Οποιος κάνει κατάχρηση της απεργίας δοκιμάζει την άχαρη ζωή της ανεργίας.
Γεώργιος Βελλιανίτης
|